Γιάννης Μαρκόπουλος: Έφυγε από τη ζωή o αγαπημένος μουσικοσυνθέτης… Όλο και πιο “φτωχοί”
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, μία από τις πιο εμβληματικές φυσιογνωμίες στον χώρο της σύνθεσης και της μουσικής στη χώρα μας, δυστυχώς έχασε τη μάχη με το θάνατο σε ηλικία 84 ετών. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος από τις 5 Ιουνίου νοσηλευόταν στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα, δίνοντας μια γενναία αλλά άνιση μάχη με τον καρκίνο. Το καταπονημένο σώμα του γνωστού μουσικοσυνθέτη δυστυχώς δεν άντεξε από την επιθετική μορφή της νόσου, με αποτέλεσμα να αφήσει την τελευταία του πνοή.
Ο κορυφαίος Έλληνας μουσικοσυνθέτης γεννήθηκε το 1939 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Εκεί στην ηλιόλουστη Κρήτη είχε και την ρπώτη του επαφή με την μαγεία της μουσικής, δεχόμενος επιρροές από από την τοπική μουσική με τους γρήγορους χορούς και τα επαναλαμβανόμενα μικρά μοτίβα τους, από τη κλασική μουσική, καθώς και από τη μουσική της ευρύτερης ανατολικής Μεσογείου – και ιδιαίτερα της κοντινής Αιγύπτου. Το 1956 συνεχίζει τις μουσικές σπουδές στο Ωδείο Αθηνών, ενώ την ίδια εποχή εισάγεται στο Πάντειο Πανεπιστήμιο στις κοινωνικές και φιλοσοφικές σπουδές ενώ παράλληλα συνθέτει για το θέατρο, τον κινηματογράφο και το χορό. Το 1963 βραβεύεται για την μουσική του στις Μικρές Αφροδίτες του Νίκου Κούνδουρου, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, και τον ίδιο χρόνο ανεβαίνουν από νέα χορευτικά σύνολα τα μουσικά του έργα Θησέας (χορόδραμα), Χιροσίμα (σουίτα μπαλέτου) και τα Τρία σκίτσα για χορό. Μάλιστα, απο τον Οκτώβριο του 1965 μέχρι τον Απρίλιο του 1984 έντυσε με μουσική όλα τα έργα τα οποία παρουσιάστηκαν απ’ το Κουκλοθέατρο Μπάρμπα Μυτούσης. Το Κουκλοθέατρο αυτό τερμάτισε οριστικά τη λειτουργία του στις 15 Απριλίου του 1984.
Το 1967 επιβάλλεται στην Ελλάδα η δικτατορία και ο Γιάννης Μαρκόπουλος αναχωρεί στο Λονδίνο. Εκεί εμπλουτίζει τις μουσικές του γνώσεις με την Αγγλίδα συνθέτρια Elisabeth Lutyens. Επίσης συνθέτει την κοσμική καντάτα Ήλιος ο πρώτος, σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη (που τιμάται με το βραβείο Νόμπελ το 1979), και τη μουσική για τη Λυσιστράτη του Αριστοφάνη (για το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν). Παράλληλα ολοκληρώνει τη μουσική τελετή Ιδού ο Νυμφίος, έργο που κρατά ανέκδοτο, εκτός ενός τμήματος, του περίφημου Ζάβαρα-κάτρα-νέμια, που αποτελεί ένα τα πιο διάσημα κομμάτια του. Την ίδια περίοδο γνωρίζεται με τους συνθέτες Ιάννη Ξενάκη και Γιάννη Χρήστου και έρχεται σε επαφή με τα πλέον πρωτοποριακά μουσικά έργα. Στο Λονδίνο συνθέτει ακόμα τους Χρησμούς, για συμφωνική ορχήστρα, και τους πρώτους Πυρρίχιους χορούς Α, Β, Γ, (από τους 24 που ολοκλήρωσε το 2001), οι οποίοι παίζονται, το 1968, από την ορχήστρα Concertante του Λονδίνου στο Queen Elizabeth Hall. Τότε γράφει και τη μουσική για την Τρικυμία του Σαίξπηρ, που ανεβαίνει από το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, σε σκηνοθεσία David Jones.
Στη δεκαετία του ’70 δίνει πνοή στο δημιουργικό του όραμα με μουσικά εργά που χαρακτηρίζονται από την τόλμη, το ρηξικέλευθο ύφος και την ανανέωση. Ιδρύει ένα νέο και ιδιόμορφο ορχηστικό σχήμα, καθιερώνοντας, με τις συνθέσεις του, την ουσία της μουσικής συμβίωσης και τους συσχετισμούς έκφρασης μεταξύ συμφωνικών και τοπικών οργάνων, μέσω του μελωδικού και ρυθμικού του ορίζοντα, των αρμονικών του δομών και των ηχοχρωμάτων της διάφανης ενορχήστρωσής του. Παράλληλα, προτείνει εμφατικά την «Επιστροφή στις Ρίζες», εννοώντας τον «σχεδιασμό του μέλλοντος, με ενδοσκόπηση, μελέτη και πλησίασμα των άφθαρτων πηγών της ζωντανής τέχνης του κόσμου και επιλεγμένες σύγχρονες πληροφορίες τέχνης». Η πρότασή του αυτή παίρνει τις διαστάσεις ενός κινήματος τέχνης. Ο Γιάννης Μαρκόπουλος υπογράφει τραγούδια όπως όπως οι Οχτροί, τα Λόγια και τα χρόνια, τα Χίλια μύρια κύματα, η Λένγκω (Ελλάδα), ο Γίγαντας, το Κάτω στης Μαργαρίτας το αλωνάκι, το Καφενείον η Ελλάς, το Ο τόπος μας είναι κλειστός, τα Παραπονεμένα λόγια, το Μιλώ για τα παιδιά μου και πολλά άλλα, γίνονται σύμβολα και μύθοι. Το ίδιο άλλωστε συμβαίνει με τα μουσικά του έργα Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Ο Στράτης ο Θαλασσινός ανάμεσα στους Αγάπανθους, Ήλιος ο Πρώτος, Χρονικό, Ιθαγένεια, Οροπέδιο, Θητεία και Μετανάστες – σε ποίηση και στίχους Σολωμού, Σεφέρη, Ελύτη, Κ.Χ. Μύρη, Μιχ. Κατσαρού, Ελευθερίου, Σκούρτη, Θεοδωρίδη αλλά και δικούς του.
Στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης ταξιδεύει σε ολόκληρο τον κόσμο, φυτεύοντας το σπόρο των γνώσεων και του ταλέντου του παντού και βάζει την χώρα μας στον χάρτη των μεγάλων σύγχρονων μουσικών έργων. Αξίζει να σημειωθεί, ότι στην τεράστια καλλιτεχνική του παραγωγή και συνεισφορά περίοπτη θέση είχε η μουσική του για το θέατρο και τον κινηματογράφο: μουσική για έργα του Ευριπίδη, του Αριστοφάνη, του Μενάνδρου, του Σαίξπηρ, του Τσέχωφ, του Μπέκετ αλλά και σύγχρονων Ελλήνων δραματουργών, και για ταινίες του Κούνδουρου, του Ντασέν, του Κοσμάτου, του Μανουσάκη, του Σκαλενάκη, του Γρηγορίου και άλλων.
Αν και μπορεί να ξεκίνησε το ταξίδι του για άλλες πολιτείες σίγουρα η μουσική και το πνεύμα του πέρασαν στην αιωνιότητα και θα συντροφεύουν για πάντα το νεότερο ελληνικό μουσικό πολιτισμό. .