Πέμπτη πρωί.
-Έφαγες;
-Όχι ακόμα. Πού ήσουν;
-Είχα πάει να πάρω ψωμί. Ήθελες κάτι;
-Εφημερίδα
-Σήμερα δε βγαίνει.
-Γιατί;
-Έχουν απεργία οι δημοσιογράφοι.
-Αλήθεια; Τι έγινε;
-Δεν τους πληρώνουν.
-Είναι ακόμα διευθυντής ο Smith;
-Ναι.
-Είναι καινούργιος και θέλει να βάλει τους δικούς του κανόνες. Θέλει να τους εκφοβίσει, θα τους πληρώσει. Είναι καλός εργοδότης.
-Δεν είμαι πολύ σίγουρη…
-Τον ξέρεις;
-Απ’ όσα μου έχεις πει εσύ…
-Με το Smith ήμασταν πολλά χρόνια στη προηγούμενη εταιρεία, αν και σε άλλα τμήματα πάντα έλεγαν τα καλύτερα για αυτόν…
-Αγάπη μου, έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε…
Σιωπή.
-Πόσα χρόνια έχουν περάσει;
-Είναι…
-2 χρόνια δεν τα λες πολλά…
-Στέφανε…δεν είναι…
-2 χρόνια έχουν περάσει που φύγαμε από τη Νέα Υόρκη για να έρθουμε σε αυτό το μικρό χωριουδάκι…
-Δεν…
-Αρκεί που είμαστε μαζί.
Του χαμογέλασε γλυκά κοιτάζοντας τον στα μάτια λίγο πριν δακρύσει.
-Ναυσικά, είσαι ευτυχισμένη που είσαι εδώ μαζί μου;
-Είμαι αγάπη μου.
-Μπορεί ο μόνος λόγος που ήρθαμε σε αυτό το μικρό χωριό να είναι η δουλειά μου, αλλά το εκτιμώ πολύ που ήρθες μαζί μου και άφησες τις φίλες σου και την οικογένειά σου στη νέα Υόρκη.
-Είπαμε… Μαζί στα πάντα για πάντα.
-Πόσο μακριά είναι το πάντα;
-Το τώρα είναι το πάντα μας, όσο το ζούμε.
-Είμαστε μόνο 35, έχουμε καιρό για το πάντα.
-Στέφανε…
Σιωπή.
-Θα πάμε το βράδυ να παίξουμε μπριτζ στους νέους μας γείτονες;
-Έφυγαν χτες για ένα ταξίδι, θα γυρίσουν σε μια βδομάδα.
-Αλήθεια; Γιατί μας κάλεσαν;
-Με πήρε η Mary και μου είπε να το κανονίσουμε άλλη μέρα.
Σταμάτησε να πλένει τα πιάτα, γύρισε τον κοίταξε και του χαμογέλασε γλυκά.
-Στέφανε, θα πας στον κήπο να ποτίσεις την πορτοκαλιά;
-Μα δεν έχουμε πορτοκαλιά.
-Έχεις δίκιο δεν έχουμε.
Άφησε τη βρύση να τρέχει για να μην ακουστεί το δάκρυ της.
-Ναυσικά, θα πάμε στους Nellis, διοργανώνουν ένα πάρτι για το Halloween. Τι θα ντυθούμε φέτος;
-Στέφανε… Δεν…
-Θα ανέβω στο πατάρι και θα κατεβάσω τις περσινές μας στολές τι λες;
-Γιατί να μη βρούμε κάτι άλλο, κάτι καινούργιο και αστείο;
-Θα βρούμε αγάπη μου.
Σιωπή.
-Που πας;
-Πάω να πάρω εφημερίδα.
Κλείνει τη βρύση, αφήνει τα πιάτα με τις σαπουνάδες, σκουπίζει τα χέρια της και αρχίζει να κλαίει με λυγμούς.
-Ναυσικά μου, γιατί κλαις;
-Δεν κλαίω αγάπη μου.
-Μα σε βλέπω κλαις.
-Δεν είναι τίποτα…
Την έχει στην αγκαλιά του.
-Συγνώμη…
-Μη ζητάς συγνώμη… Απλά χάθηκες στο παρελθόν πάλι…
-Χάθηκα πάλι…που είμαστε;
-Είμαστε στη Σύμη και δεν είμαστε πια 35. Επιστρέψαμε στη Ελλάδα…
-… Πριν 20 χρόνια
-Και;
-Ζούμε εδώ και 20 χρόνια στη Σύμη και τα παιδιά μας μένουν στην Αθήνα.
Του χαμογελάει γλυκά και σκουπίζει τα δάκρυα της. Ο Στέφανος κάθεται ξανά στη καρέκλα.
-Πάμε να κρυφτούμε;
-Από που;
-Από το παρελθόν…
-Πάμε. Πάντα μαζί.
Μια φορά και ένα καιρό ήταν μια ατάκα που ήθελε να γίνει ιστορία!
Εγώ είμαι η Μαρία ή Τσατσάκη όπως με φωνάζουν οι περισσότεροι και είμαι αυτή που γράφει τις ιστορίες.
Άκουσες μια ατάκα που σου άρεσε;
Είπες μια ατάκα που σου άρεσε;
Η ατάκα σου θα γίνει ιστορία για να μείνει στην ιστορία!
Θέλεις να μου στείλεις τη δική σου ατάκα;
www.atakaistoria.gr