Για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες οι μητέρες που επιλέγουν να καθήσουν σπίτι και να μεγαλώσουν τα παιδιά τους αντί να ακολουθήσουν παράλληλα και μία επαγγελματική πορεία, αυξάνονται όλο και περισσότερο. Τις περασμένες τρεις δεκαετίες ο δείκτης των “stay at home mothers” έπεφτε διαρκώς, αλλά αυτό άλλαξε τα τελευταία χρόνια. Το 2012 έφτασε στο 29%, από το ιστορικό χαμηλό του 23% το 1999.
Αυτά τα στοιχεία ήρθαν στο φως από την έρευνα του επιφανούς Pew Research Center στα αμερικανικά νοικοκυριά, την ίδια στιγμή που η ισορροπία ανάμεσα στο “εργασία-οικογένεια” βρίσκεται σε μεταβατικό στάδιο. Αυτή η αλλαγή στο παραπάνω νούμερο είναι αποτέλεσμα οικονομικοκοινωνικών παραγόντων, της πτωτικής συμμετοχής των γυναικών στον εργασιακό τομέα, αλλά κυρίως του υψηλότατου κόστους της φροντίδας του παιδιού όταν και οι δύο γονείς λείπουν από το σπίτι. Όταν απουσιάζουν και οι δύο, τα έξοδα φτάνουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, κάτι που έχει αναγκάσει πολλές μητέρες να επιλέξουν την ανατροφή του παιδιού.
Τα στοιχεία αναμενόμενα διαφέρουν ανάμεσα στις γυναίκες με καλύτερη οικονομική δυνατότητα, καλύτερη μόρφωση ή ακόμα και καλύτερη υγεία, στις single μητέρες, στις πιο νεαρές ή πιο μεγάλες σε ηλικία. Φυσικά η θέληση τους να εργαστούν δεν παύει να υφίσταται σε μεγάλο ποσοστό, αφού αναζητούν ακόμα και μία part time δουλειά, ή μία σε διαφορετικό ωράριο από τον άντρα γονέα. Ωστόσο είναι γεγονός πως οι δείκτες έχουν παρουσιάσει μία σαφή αλλαγή, κάτι που μπορεί να παρατηρηθεί γενικότερα και εκτός της Αμερικανικής χώρας και φυσικά και στα μέρη μας.
Όποια και να η εξέλιξη των πραγμάτων, ας ελπίσουμε να μην ξαναδούμε στις ειδήσεις για μητέρες που άφησαν “αναγκαστικά” τα παιδιά τους μέσα στο αυτοκίνητο για ώρα, επειδή έπρεπε να δώσουν το παρών σε μία συνέντευξη για δουλειά.
Πηγή: Babble.com, www.pewsocialtrends.org