Σήμερα είναι Πέμπτη. Αλλά δεν είναι οποιαδήποτε Πέμπτη, είναι μια μοναδική Πέμπτη για τους Έλληνες, είναι η περίφημη ΤΣΙΚΝΟΠέμπτη. Από την ώρα που ξύπνησα, ακούω παντού τα περί Τσικνοπέμπτης και για το τι θα κάνουν το βράδυ. Όλη η Αθήνα μυρίζει κρέας, η κάπνα γεμίζει τον ουρανό και το βράδυ, αργά, το μόνο που θα ακούγεται θα είναι τα “ωχ αμάν” όλων εκείνων που θα έχουν σκάσει στο φαϊ. BTW, αν είστε επίδοξος ψήστης, διαβάστε οπωσδήποτε αυτό εδώ. Αν προτιμάτε να σας τα σερβίρουν έτοιμα, έχουμε και για σας.
Μ’αρέσει η Τσικνομπέμπτη, αλλά ταυτόχρονα τη μισώ. Και μπορώ να σας το εξηγήσω φυσικά.
Μου αρέσει γιατί είναι ακόμη μια από αυτές τις μέρες που αποτελεί παράδοση. Για μένα, η έννοια της παράδοσης είναι πολύ σημαντική. Μέρες σαν αυτή, έχουμε την ευκαιρία να μαζευτούμε ξανά με τις οικογένειές μας, να γλεντήσουμε για λίγες ώρες μακριά από τις έγνοιες, να ξεχάσουμε φτώχεια, άγχος, τα προβλήματα της καθημερινότητας. “Είναι Τσικνοπέμπτη”, λέμε στον εαυτό μας, “δε με ενδιαφέρει τίποτα άλλο για σήμερα”.
Έτσι, αγαπάω όλες τις παραδοσιακές μέρες των Ελλήνων. Αλλά την Τσικνοπέμπτη τη μισώ στο πολλαπλάσιο.
Γιατί πρέπει να έχεις κλείσει τραπέζι μέρες πριν σε οποιοδήποτε μαγαζί θες να πας.
Γιατί ακόμη κι αν έχεις κλείσει, τελικά θα καταλήξεις στριμωγμένος και ίσως με λιγότερες θέσεις από όσες θα ήθελες για την παρέα σου.
Γιατί θα κάνουν μισή ώρα να σου πάρουν παραγγελία, άλλη μία να σου φέρουν το φαγητό και μισή να σου φέρουν στο τέλος το λογαριασμό. Πιθανώς “φουσκωμένο”.
Γιατί σκάς στο φαγητό αναίτια, σαν κλασικός, υπερβάλλων Έλλην. Σκας μέχρι να μη μπορείς να αναπνεύσεις. Επειδή “πρέπει” να φας τόσο κρέας, όσο θα έτρωγες σε μια εβδομάδα υπό κανονικές συνθήκες.
Γιατί από τις 7.30-8.00 το βράδυ και μετά, στους δρόμους της πόλης επικρατεί το αδιαχώρητο.
Και έρχομαι να ρωτήσω και να αναρωτηθώ: Γιατί πρέπει να συμβαίνει αυτό; Μας λείπουν, σαν Έλληνες, οι γιορτινές μέρες; Είτε γιορτάζει κάποιος φίλος, είτε συγγενής, είτε συνάδελφος, σχεδόν κάθε εβδομάδα θα έχουμε μια ευκαιρία για κραιπάλη. Γιατί χρειαζόμαστε ακόμη μια, “επίσημη”; Γιατί χρειάζεται δικαιολογία να βρεθούμε με φίλους και οικογένεια και να περάσουμε καλά;
Εδώ που τα λέμε, όμως, ίσως τελικά η Τσικνοπέμπτη να είναι η ιδανική δικαιολογία για όλα τα παραπάνω. Για να πιείς και να φας σα να μην υπάρχει αύριο. Γιατί ξέρεις ότι ακόμα και το αφεντικό σου, σαν γνήσιος Έλληνας, δε θα σε χώσει Πέμπτη βράδυ. Και κανείς δε θα σου την πεί Παρασκευή πρωί, αν είσαι άυπνος και ακόμα ζαλισμένος από το φαγοπότι. Και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται…