Το καλοκαίρι που μας πέρασε επισκέφθηκα το θερινό σινεμά μόνο δύο φορές και τις δύο φορές παρακολούθησα γαλλικές κωμωδίες. Την πρώτη φορά είδα την ταινία “Superhondriaque” (Σουπερχόνδριος), μια γαλλική κωμωδία που έσπασε ταμεία στη χώρα παραγωγής της. Στην εν λόγω ταινία πρωταγωνιστής είναι ο 40χρονος Ρομαίν (Dany Boon) o οποίος είναι ανύπαντρος χωρίς παιδιά και παρόλο που ψάχνει να βρει τον έρωτα, δυσκολεύεται σημαντικά εξαιτίας της οξύτατης υποχονδρίας του. Ο μοναδικός του φίλος, ο γιατρός Ντιμίτρι Ζβένκα (Kad Merad), προσπαθεί να τον βοηθήσει να βρει γυναίκα, αλλά τα ψυχοσωματικά προβλήματα του Ρομαίν, δεν βάζουν σε μπελάδες μόνο τον ίδιο αλλά και όσους βρίσκονται στο περιβάλλον του. Στη συγκεκριμένη ταινία γέλασα απροσδόκητα παρόλο που η πλοκή ήταν αρκετά υπερβολική.
Τη δεύτερη φορά πήγα “συστημένη” να παρακολουθήσω την ταινία “Θεέ μου, τι σου Κάναμε;” (Qu’Est-ce qu’on a Fait au Bon Dieu?) που παρουσιάζει το “μαρτύριο” των Γάλλων αστών και καθολικών, Μαρί και Κλοντ Βερνέιγ οι οποίοι προσπαθούν να συμβιβαστούν με το γεγονός πως έχουν για γαμπρούς έναν Εβραίο, έναν Άραβα (Μουσουλμάνο) κι έναν Κινέζο. Το κερασάκι στην τούρτα όμως το επιφυλάσσει η τέταρτη κόρη τους, η οποία ναι μεν βρίσκει έναν καθολικό άντρα, μόνο που είναι μαύρος. Και σε αυτή την ταινία γέλασα πολύ και διασκέδασα με την πρόθεση των δημιουργών της ταινίας να καυτηριάσουν, δίχως περιττές και βαρύγδουπες ιδεολογικές προεκτάσεις, μια νέα μεσοαστική γαλλική τάξη. Μπορεί ο “γκολικός” Κλοντ να πρέπει να συνηθίσει την “οικογένεια Benetton” (όπως αποκαλείται χαρακτηριστικά η οικογένεια του σε σημείο της ταινίας), αλλά η “ξενοφοβία” αποτελεί ζήτημα που οφείλουν να ξεπεράσουν και οι γαμπροί μεταξύ τους. Πως μπορεί ο Εβραίος να δεχτεί τη νέα οικονομική κυριαρχία των Κινέζων δίχως να ξεσπά στον δεύτερο μπατζανάκη του;
Με το “Θεέ μου, τι σου Κάναμε;” θυμήθηκα την αγαπημένη μου γαλλική κωμωδία, “Le Prenom” (Για όλα φταίει το όνομα σου), που παρακολούθησα το καλοκαίρι του 2012. Η ταινία, που διαδραματίζεται σχεδόν ολόκληρη σε ένα διαμέρισμα, παρουσιάζει πέντε συγγενείς και φίλους που συναντιούνται για ένα δείπνο που παίρνει απροσδόκητη τροπή όταν το ζευγάρι που περιμένει παιδί ανακοινώνει πως σκοπεύει να το ονομάσει Αδόλφο. Πραγματικά, εξεπλάγην με το συγκεκριμένο σενάριο καθώς η Γαλλία αποτελεί μία χώρα με αυστηρότατη νομοθεσία σε ζητήματα αντισημιτισμού, αρκεί να υπενθυμίσουμε την απόλυση του John Galliano από τον οίκο Dior και την εξαφάνιση του από τον κόσμο της μόδας εξαιτίας των αντισημιτικών σχολίων που έκανε σε βίντεο που δημοσιοποιήθηκε. Πως μετατρέπεις σε κωμωδία μια πιθανώς φιλοναζιστική διάθεση (μέσα από το όνομα Αδόλφος) σε μια χώρα που αποτέλεσε είδηση το γεγονός πως μετανομάστηκε και η τελευταία οδός που έφερε το όνομα του Στρατηγού Πεταίν (αμφιλεγόμενος πολιτικός που έκανε συνθηκολόγηση με τη Ναζιστική Γερμανία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου);
Αυτό ακριβώς είναι που μου αρέσει στους Γάλλους δημιουργούς: πως καταπιάνονται ακόμα και με τα πιο λεπτά κοινωνικά ζητήματα, έχοντας μέτρο και αυτοσαρκασμό. Για παράδειγμα, δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο απενεχοποιημένα γέλασα με την κομεντί “Άθικτοι” (Intouchables) που βασίζεται σε πραγματική ιστορία και παρουσιάζει τη φιλία που γεννήθηκε ανάμεσα στον τετραπληγικό αριστοκράτη και τον νεαρό Αφρικανό βοηθό-νοσοκόμο του που ζει στα φτωχά προάστια του Παρισιού. Ναι, δεν μπορούσα κι εγώ να το πιστέψω πως γελούσα με τις περιπέτειες ενός τετραπληγικού και αυτό συνέβη επειδή οι δημιουργοί της ταινίας προσέγγιζαν το θέμα με μεγάλη ευαισθησία και ρεαλισμό.
Δεν έχω πάει ποτέ στη Γαλλία (ειλικρινά, δεν ξέρω πως συμβαίνει αυτό) αλλά εντυπωσιάστηκα με τον αυτοσαρκασμό που χαρακτήριζε την κωμωδία “Είναι τρελοί αυτοί οι Βόρειοι” (Bienvenue Chez Les Ch’tis), πάλι με το δίδυμο πρωταγωνιστών του Υποχόνδριου, Dany Boon και Kad Merad, που παρουσιάζει τον ταχυδρομικό υπάλληλο Φιλίπ που εξαιτίας μιας γκάφας μετατίθεται αντί για τη γαλλική Ριβιέρα στον Βορρά, ανακαλύπτοντας εκεί ένα μικρό παράδεισο σε αντίθεση με το κρύο και τους αγενείς κατοίκους για τους οποίους φημίζεται η περιοχή. Ακόμα κι αν δεν έπιανα τους γλωσσικούς ιδιωματισμούς ανάμεσα στην αστή και Βόρεια γαλλική προφορά, η ταινία είχε πολύ γέλιο.
Αναμφίβολα, και τα επόμενα καλοκαίρια θα παραδοθώ στη γαλλική αίσθηση του χιούμορ, γιατί ξέρει να ισορροπεί τέλεια ανάμεσα στη διασκέδαση, την ειρωνία και τον προβληματισμό.
Με σπουδές στην Επικοινωνία, guest εμφάνιση στο χώρο της Διαφήμισης, τελικά, με κέρδισε ο χώρος του Βιβλίου. Σε μία «έκλαμψη φρονήσεως», αποφάσισα να ασχοληθώ με τα δύο παιδικά μου όνειρα, τη μόδα και το γράψιμο, ε, και εδώ κάνω τα όνειρα μου πραγματικότητα!