Είναι βράδυ Μεγάλης Τετάρτης, όταν στους ναούς ακούγεται ο Όρθρος της Μεγάλης Πέμπτης — μια από τις πιο κατανυκτικές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας. Ανάμεσα στους ύμνους, ξεδιπλώνεται ένα από τα πιο δραματικά και συμβολικά γεγονότα της χριστιανικής πίστης: η προδοσία του Ιησού από τον ίδιο του τον μαθητή, τον Ιούδα τον Ισκαριώτη.

Ο Ιούδας, ένας από τους Δώδεκα μαθητές, αποφάσισε να παραδώσει τον Δάσκαλό του στους αρχιερείς, έναντι 30 αργυρίων. Το ποσό αυτό, που για εμάς ίσως ακούγεται μικρό, είχε συμβολικό βάρος ήδη από την Παλαιά Διαθήκη, καθώς ήταν το χρηματικό ποσό που δινόταν ως αποζημίωση για τη ζωή ενός δούλου. Στην εποχή της Καινής Διαθήκης, τα “αργύρια” θεωρείται πως ήταν τυριανά σέκελ, δηλαδή ασημένια νομίσματα από την αρχαία πόλη της Τύρου, σημερινός Λίβανος.

Κάθε τέτοιο νόμισμα ζύγιζε περίπου 14-16 γραμμάρια καθαρού ασημιού. Αν προσπαθήσει κανείς να υπολογίσει την σημερινή αξία αυτών των 30 νομισμάτων, ανάλογα με την τιμή του ασημιού, μπορεί να φτάσει σε ένα ποσό κοντά στις 12.000 με 15.000 ευρώ. Πέρα όμως από την υλική του αξία, το τίμημα αυτό έμεινε στην ιστορία ως σύμβολο ηθικής κατάπτωσης και ανθρώπινης αδυναμίας.

Το πιο τραγικό; Μετά την προδοσία, ο Ιούδας ένιωσε τύψεις. Πέταξε τα αργύρια μέσα στον Ναό και τελικά έβαλε τέλος στη ζωή του. Τα αργύρια, πλέον “μολυσμένα”, δεν δέχτηκαν να τα επιστρέψουν στο θησαυροφυλάκιο του Ναού. Αντ’ αυτού, αγοράστηκε με αυτά “ο αγρός του κεραμέως” — ένα μέρος που προοριζόταν για την ταφή ξένων.

Η πράξη του Ιούδα έμεινε χαραγμένη στις καρδιές των πιστών ως η απόλυτη προδοσία. Και κάθε Μεγάλη Εβδομάδα, οι πιστοί τη θυμούνται, όχι για να καταδικάσουν, αλλά για να στοχαστούν πάνω στην ανθρώπινη φύση, τη μετάνοια και την ελπίδα της σωτηρίας.

Leave a Reply

Your email address will not be published.