Οι Buena Vista Social Club, το “φαινόμενο της κουβανέζικης μουσικής”, όπως έχουν χαρακτηρισθεί επέστρεψαν για δύο εμφανίσεις στο κοινό της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας που τους λατρεύει.
Οι Orquestra Buena Vista Social Club πήραν το όνομά τους από το ομώνυμο club που διοργάνωνε χορούς και μουσικές δραστηριότητες και λειτουργούσε μόνο με μέλη, τη δεκαετία του ’40 στην Αβάνα της Κούβας. Πενήντα χρόνια αργότερα ο κουβανός μουσικός Juan de Marcos Gonzales και ο Αμερικάνος κιθαρίστας Ry Cooder είχαν την ιδέα της αναβίωσης της παραδοσιακής αλλά ξεχασμένης μουσικής της Κούβας (είδη son, bolero, danzón, guajiro) καλώντας μουσικούς που έπαιζαν στο ιστορικό club την εποχή της άνθησής του. Έτσι δημιουργήθηκε η μπάντα Buena Vista Social Club. Το 1998 η μπάντα έκανε την παρθενική της εμφάνιση στο Carnegie Hall στη Νέα Υόρκης. Την ίδια χρονιά οι Buena Vista Social Club έδωσαν μια συναυλία στο Άμστερνταμ που αιχμαλώτισε στα πλάνα του ο ξεχωριστός Γερμανός σκηνοθέτης Wim Wenders. Ο Wenders προσέθεσε συνεντεύξεις των μελών της μπάντας που γυρίστηκαν στην Αβάνα κι έτσι δημιούργησε το ντοκιμαντέρ “Buena Vista Social Club” που έλαβε διεθνή αναγνώριση και προτάθηκε το βραβείο Όσκαρ της αντίστοιχης κατηγορίας.
Η επιτυχία τόσο του φιλμ όσο και του άλμπουμ χάρισε διεθνή αναγνώριση στην μπάντα και παράλληλα στην κουβανέζικη μουσική. Η ετικέτα “Buena Vista Social Club” αποτέλεσε τον όρο που περιλαμβάνει όλες τις παραγωγές και εμφανίσεις που αναβιώνουν την κουβανέζικη μουσική των δεκαετιών μεταξύ 1930 και 1950. Μια μουσική που πλέον αναγνωρίζουν και λατρεύουν άνθρωποι σε όλον τον κόσμο. Το αρχικό ensemble της μπάντας περιλάμβανε τους Compay Segundo, Rubén González, οι οποίοι πέθαναν το 2003 σε ηλικία 94 και 84 ετών αντίστοιχα και τον Ibrahim Ferrer που απεβίωσε το 2005 σε ηλικία 78 ετών.
Οι Έλληνες έχουν ιδιαίτερη αδυναμία στους Buena Vista Social Club γι’ αυτό κι εκείνοι επέστρεψαν για δύο συναυλίες σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, στις 30/11 και 01/12 αντίστοιχα. Στην σκηνή εμφανίστηκαν 13 μουσικοί, ανάμεσά τους και τρία από τα αυθεντικά μέλη της μπάντας: ο προτεινόμενος για βραβείο Grammy και Latin Grammy, Guajiro Mirabal, «Η Τρομπέτα της Κούβας» όπως τον αποκαλούν, ο Jesus ‘Aguaje’ Ramos, και “μάγος” του laúd, πρόκειται για παραδοσιακό κουβανέζικο όργανο που μοιάζει με λαούτο, Barbarito Torres.
Τι το ξεχωριστό είχαν οι πρόσφατες εμφανίσεις των Buena Vista Social Club στην Ελλάδα; Μα την παρουσία του ζωντανού θρύλου της κουβανέζικης μουσικής, Omara Portuondo στα φωνητικά. Με το που εμφανίστηκε στην σκηνή το κοινό καθηλώθηκε από την μοναδική, βαθιά φωνή της αλλά και από το κέφι της καθώς η ίδια παρότρυνε συνεχώς το κοινό να ακολουθεί τις μελωδίες χτυπώντας παλαμάκια. Ωστόσο, θα ήθελα να σταθώ στην δεύτερη γυναικεία παρουσία της μπάντας, στην Ιdania Valdés η οποία με τη φωνή και κυρίως με το λίκνισμά της μας ταξίδεψε νοερά στην Κούβα και φανταστήκαμε για λίγο πως είμαστε στην παραλία και πίνουμε mojito χορεύοντας ξυπόλητοι στην άμμο.
Μπορεί βέβαια το δάπεδο του γηπέδου Tae Kwon Do να μην είχε καλυφθεί με άμμο αλλά αυτό δεν εμπόδισε το αθηναϊκό κοινό να χορεύει ρυθμικά στις μελωδίες των Κουβανών μουσικών, αρκετοί γνώστες λάτιν χορών εκτέλεσαν μάλιστα, καταπληκτικές χορογραφίες, να χαμογελά, να σιγοτραγουδά, ακόμα κι αν δεν καταλάβαινε την γλώσσα. Τελικά, οι Έλληνες έχουν ανάγκη τους Buena Vista Social Club γιατί στο χθεσινό live είδα μόνο χαμόγελα, αγκαλιές και χορό!
Μέχρι την επόμενη εμφάνιση θα ακούω στο replay το κλασσικό chan chan:
Με σπουδές στην Επικοινωνία, guest εμφάνιση στο χώρο της Διαφήμισης, τελικά, με κέρδισε ο χώρος του Βιβλίου. Σε μία «έκλαμψη φρονήσεως», αποφάσισα να ασχοληθώ με τα δύο παιδικά μου όνειρα, τη μόδα και το γράψιμο, ε, και εδώ κάνω τα όνειρα μου πραγματικότητα!